Η δύναμη του ανυπεράσπιστου παιδιού – Συνέντευξη με την χοροθεραπεύτρια και συγγραφέα Αναστασία Νικολίτσα

Συνέντευξη  στη  Βιολέττα-Ειρήνη Κουτσομπού, MBPsS, (BA, MA, Dip.CounsPsy, MSc), Ψυχοθεραπεύτρια, Σύμβουλο, Καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας

 

Με αφορμή το βιβλίο «Η δύναμη του ανυπεράσπιστου παιδιού» που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αγγελάκη, η χοροθεραπεύτρια και σωματική ψυχοθεραπεύτρια Αναστασία Νικολίτσα παραχώρησε στα Ψυχο-γραφήματα μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη θίγοντας τα θέματα της ενδοοικογενειακής βίας, των ονείρων, την μνήμης, του τραύματος, της πνευματικότητας και της δύναμης που όλοι έχουμε μέσα μας.

Κυρία Νικολίτσα, καταρχήν συγχαρητήρια για το βιβλίο σας. Εν συνεχεία, θα ήθελα να μας πείτε ποιο ήταν το έναυσμα για να γράψετε αυτή την ψυχολογική νουβέλα;

Αυτό το βιβλίο γράφτηκε μέσα σε 9 μήνες και αποτελεί το κλείσιμο μιας δικής μου θεραπευτικής πορείας αλλά παράλληλα και μιας γέννας (βλ. 9 μήνες «κύησης»!). Με την ολοκλήρωσή του γεννήθηκε μια νέα εσωτερική κατάσταση που εμπεριέχει την προσωπική μου ιστορία με έναν άλλο τρόπο, με περισσότερο θάρρος και δύναμη. Ο στόχος ήταν να γράψω -με μελάνι αυτή τη φορά- αυτό που είναι ήδη χαραγμένο πάνω στο σώμα μου και να το επικοινωνήσω και σε άλλους ανθρώπους που έχουν παρόμοια ιστορία και τελικά όλο αυτό να αποκτήσει ένα νόημα. Η βία που δεν έχει νοηματοδοτηθεί παραμένει σαν τατουάζ πάνω μας.

Στο βιβλίο πραγματεύεστε ένα σοβαρότατο ζήτημα: αυτό της ενδοοικογενειακής βίας και τα παραδείγματα που δίνετε έχουν ως βασικό πρόσωπο που την ασκεί τον πατέρα. Υπάρχουν και μητέρες που ακούν βία με διάφορους τρόπους. Θα ήθελα να μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτό.

Ναι, είναι εξίσου πραγματικότητα η βία που προέρχεται από τη γυναίκα και προς τον σύζυγό της αλλά και προς τα παιδιά της. Θα επικεντρωθώ στο ρόλο της ως μητέρα. Πέρα από τη σωματική βία, η οποία είναι και πιο «φωναχτή» και ξεκάθαρη, η βία της μητέρας μπορεί να είναι σε ένα πιο υπόκωφο επίπεδο. Η παραμέληση των συναισθηματικών -εκτός από των βιολογικών- αναγκών του παιδιού, η προσκόλληση της μητέρας πάνω στο παιδί και η δυσκολία της να το αφήσει να ενηλικιωθεί σταδιακά, είναι επίσης μορφές βίας. Όταν ο γονέας βάζει τη δική του προσωπική ανάγκη ή αδυναμία πάνω από του παιδιού, εκθέτει αυτόματα το παιδί στην αναπόφευκτη λήψη της ευθύνης αντί για τον γονέα. Το παιδί γίνεται το ίδιο ο γονέας για να μπορέσει καταρχήν να επιβιώσει ή σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να δυσκολεύεται να ωριμάσει και να ενηλικιωθεί. Η μητέρα είναι αυτή που χτίζει για μας τη βάση για τη σχέση μας με τον εαυτό μας. Τα μάτια της μητέρας μας χαράσσουν τον τρόπο που αντικρίζουμε τον εαυτό μας και τον τρόπο που του φερόμαστε. Ένα απορριπτικό, αγριεμένο βλέμμα της μάνας είναι εξίσου βίαιο για ένα μικρό παιδί με ένα θλιμμένο, αποσυνδεδεμένο βλέμμα από εκείνη. Κάθε παιδί είναι ανυπεράσπιστο μπροστά στην -βιολογική- ανάγκη του για σύνδεση έτσι ώστε να επιβιώσει, όπως όλα τα θηλαστικά ζώα άλλωστε, και όταν ο ενήλικας που φροντίζει το παιδί γίνεται ο φορέας της βίας, το τραύμα αυτής της (μη-)πρόσδεσης είναι καθοριστικό, σαν διπλός κόμπος που δεν βρίσκει διέξοδο. Οι νέες προσεγγίσεις στην Ψυχοτραυματοθεραπεία εστιάζουν πια στην διαταραχή της αρχικής πρόσδεσης του παιδιού με τον ενήλικα φροντιστή του, ως τη ρίζα του ψυχικού τραύματος και τον καθοριστικό παράγοντα για την διαχείριση των προκλήσεων της ζωής ή των μετέπειτα τραυματικών εμπειριών.

Τελικά, το «πεδίο» τι είναι; Χρησιμοποιείτε αυτή τη λέξη ως συμβολισμό για ένα μέρος ψυχικής ανασυγκρότησης, ή μήπως είναι η  θεραπευτική διαδικασία με μια πιο ευρεία έννοια; Ή οτιδήποτε άλλο;

Το πεδίο, όπως το περιγράφω στο βιβλίο, είναι μια προσωπική εσωτερική εμπειρία του «πεδίου των άπειρων δυνατοτήτων», ένα πεδίο καθαρής συνειδητότητας, απεριόριστης διάνοιας και δημιουργικότητας όπως περιγράφεται από τον Υπερβατικό Διαλογισμό και τον Deepak Chopra στο βιβλίο του «Οι επτά πνευματικοί νόμοι της επιτυχίας». Εκεί όπου, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει μορφή, συναίσθημα, λόγος ή χρόνος, όλα είναι δυνατά και όλα μπορούν να επαναπροσδιοριστούν, να επανατοποθετηθούν, να αναθεωρηθούν αλλά και να δημιουργηθούν από το μηδέν. Συγχρόνως, είναι ο «ασφαλής/ιερός τόπος» που χρησιμοποιούμε στην ψυχοτραυματοθεραπεία ως φυσική εσωτερική πηγή δύναμης για την εργασία με το ψυχικό τραύμα. Είναι ο κβαντικός χώρος όπου ο σαμάνος συναντάει το Ζώο Δύναμης του ασθενή και ανακτά τη χαμένη δύναμή του, με στόχο την ίαση. Επίσης, είναι ένας ονειρικός, ιδανικός, προσωπικός τόπος όπου η σύνδεση με τον βαθύτερο, ανώτερο, πυρηνικό εαυτό είναι εφικτή, μακριά από την επιφανειακή εγωϊκή εντύπωση που έχουμε για την ύπαρξή μας. Το πεδίο είναι ο εσωτερικός τόπος που ο καθένας μας είναι ικανός να βρει μέσα του όταν αποφασίσει να πλησιάσει τον εαυτό του, μέσα από την αναπνοή του και το σώμα του. Το πεδίο είναι αυτό το άυλο μέρος της ύπαρξής μας που μπορεί και ταξιδεύει μέσα στο χρόνο, παρατηρεί τι συμβαίνει και συνδέει τα κομμάτια της ιστορίας μας.

Διαβάζοντας το βιβλίο σας, αισθάνθηκα ότι ήμουν σε όνειρο. Ξέρετε μου θύμισε τα βιβλία της Marion Woodman, Γιουνγκιανής ψυχαναλύτριας, με μεγάλη έρευνα πάνω στα όνειρα και την θεραπευτική τους ιδιότητα. Η ίδια λοιπόν, πιστεύει ότι τα μηνύματα που της στέλνει το όνειρο αποτελούν συμβολικές απεικονίσεις που αξίζει να διερευνηθούν, καθώς οδηγούν στην κατανόηση των τραυμάτων που έχει υποστεί το άτομο -όχι μόνο από τους άλλους αλλά και από το ίδιο. Εσείς τι πιστεύετε για τα όνειρα;

Τα όνειρα είναι και για μένα ένα πολύ σημαντικό μέσον πρόσβασης στο ψυχικό υλικό που είναι ακόμη ασυνείδητο, «αφώτιστο» όπως λέω. Συγκεκριμένα στο βιβλίο μου, η ιστορία της μικρής Αγγελικής, τη στιγμή της αιώρησής της πάνω από το δωμάτιο, αναδύθηκε από ένα πολύ έντονο όνειρο που προέκυψε την εποχή που έγραφα το βιβλίο, το οποίο τελικά μου αποκαλύφθηκε ότι ήταν μέρος απωθημένης, άρρητης μνήμης, ένα κανονικό flashback. Εργάζομαι συστηματικά με τα δικά μου όνειρα, αλλά διερευνώ και αυτά των άλλων ανθρώπων, που μου τα εμπιστεύονται, με πολύ ενθουσιασμό και ενδιαφέρον. Πιστεύω ότι τα όνειρα είναι δώρα και ευλογία από αυτό τον πυρηνικό εαυτό μας που περιέγραψα πιο πάνω. Ο αναλυτικός νους μπορεί να τα αναλύσει, να τα ξεχάσει ή να τα περιφρονήσει. Πιστεύω όμως ότι αυτά κάνουν την εσωτερική εργασία τους μέσα μας, έτσι κι αλλιώς, και μας «προχωράνε», μας δίνουν εμπειρίες από το μέλλον μας, από νέες εσωτερικές καταστάσεις τις οποίες δεν έχουμε ακόμη κατακτήσει τη στιγμή που έρχονται τα όνειρα. Πολλές φορές έχω «ρωτάω» κάτι πολύ συγκεκριμένο πριν κοιμηθώ και το πρωί έχω την απάντηση με ένα ξεκάθαρο όνειρο. Όσο περισσότερο εργαζόμαστε με τα όνειρα τόσο πιο εύκολο να τα ερμηνεύσουμε και τόσο πιο ξεκάθαρη μας γίνεται η γλώσσα τους. Ο καθένας μας έχει αλλά και χτίζει στην πορεία τα δικά του σύμβολα και μόνο ο ίδιος γνωρίζει το νόημά τους!

Θα ήθελα να μοιραστείτε μαζί μας το αγαπημένο σας κομμάτι μέσα απ’ το βιβλίο.

Δεν είναι απαραίτητα το αγαπημένο μου – δυσκολεύτηκα να βρω αγαπημένο- αλλά μου φέρνει μεγάλη ανακούφιση όταν το διαβάζω και νομίζω ότι είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της ατμόσφαιρας του βιβλίου. «Με την Αγγελική στην αγκαλιά της, τυλιγμένη ακόμη στην κουβέρτα βγήκε από το διαμέρισμα και περπάτησε μέσα στους δρόμους της πόλης. Όλα ήταν ακόμη σε παύση και κανείς από τους περαστικούς δεν φαινόταν να τις βλέπει. Δεν ήξερε πού πήγαινε και για ποιόν λόγο αλλά είχε εμπιστοσύνη ότι σύντομα θα της αποκαλυπτόταν. Λίγα τετράγωνα πιο κάτω κατάλαβε γιατί είχε περπατήσει μέχρι εκεί. Το αυτοκίνητο του πατέρα της Αγγελικής ήταν εκεί μπροστά τους. Με την γιαγιά και τον ξάδερφο, τον πατέρα αλλά και την Αγγελική μέσα σε αυτό. Είχανε πάει, μαζί αυτή την φορά, πίσω στον χρόνο, προφανώς για να κάνουν κάτι εκεί, στην σκηνή του αυτοκινήτου. Η εικόνα παγωμένη στον χρόνο φυσικά, λίγο αχνή και σχεδόν άυλη και όλα τριγύρω το ίδιο παγωμένα. Η Άρτεμις δεν έχασε καιρό. Ένιωσε ότι χρειαζόταν να διασώσει την Αγγελική από τη συγκεκριμένη τραυματική σκηνή. Εκεί, μέσα στο αυτοκίνητο κανείς δεν είχε καταφέρει να υπερασπιστεί επαρκώς τη μικρή Αγγελική και χρειαζόταν μια επανορθωτική κίνηση. Κατέβασε την Αγγελική από την αγκαλιά της και κρατώντας την με το αριστερό χέρι, πλησίασαν την πίσω δεξιά πόρτα του αυτοκινήτου. Ανοίγοντας την πόρτα, η μορφή του παιδιού μέσα στο αμάξι αντιλήφθηκε την παρουσία της και την κοίταξε αμέσως, με αγωνία. Η Άρτεμις της έτεινε το δεξί της χέρι και είπε δυνατά και επιτακτικά στο παιδί, «έλα μαζί μου, δεν χρειάζεται να είσαι πια εδώ. Πάμε να φύγουμε από δω, τώρα». Τότε, το κορίτσι κοίταξε την άγνωστη κοπέλα απέναντί της και με μια κίνηση βγήκε από το πίσω κάθισμα και, έτσι άυλη όπως ήταν, μπήκε στο σώμα της Αγγελικής που ήταν τυλιγμένη ακόμη με την κουβέρτα. Η Άρτεμις έκλεισε την πόρτα του αυτοκινήτου, πήρε την Αγγελική αγκαλιά και γύρισε την πλάτη της προς την μεριά που ήταν το όχημα. Άρχισε να προχωράει στον δρόμο που ανοιγόταν μπροστά της ήρεμα, χωρίς βιασύνη. Αισθάνθηκε ότι είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία ανάκτησης του παιδικού εαυτού της Αγγελικής από τις φριχτές τραυματικές στιγμές του παρελθόντος και έτσι, βαθαίνοντας την αναπνοή της έθεσε μέσα της την πρόθεση να βρεθεί στο γνωστό ασφαλές μέρος, στο ανθισμένο λιβάδι με τη λεμονιά. Κι έτσι έγινε. Βρέθηκε να κατηφορίζει το λιβάδι και όταν φτάσανε στο δέντρο κάθισε στο έδαφος έχοντας τη μικρή Αγγελική ακόμη στην αγκαλιά της. Η κουβέρτα είχε εξαφανιστεί και η μικρή φαινόταν να έχει ζωντανέψει εντελώς. Χαμογελούσε και έβγαζε ήχους χαράς χαζεύοντας το όμορφο τοπίο. Δεν είχε ξαναβρεθεί εκεί, είπε. Η Άρτεμις της εξήγησε πως σε λίγο θα ερχόταν η ενήλικας Αγγελική να την πάρει και πως αυτό θα είναι το καλύτερο και για τις δυο τους από δω και πέρα. Της εξήγησε πως η ίδια είχε έρθει να τη βγάλει από εκείνο το τρομαχτικό αυτοκίνητο και εκείνο το παγωμένο δωμάτιο και πως τώρα που είχε βγει από εκεί όπου ήταν εγκλωβισμένη θα μπορούσε να συνεχίσει να ζει μαζί με τον ενήλικο εαυτό της για πάντα. Η μικρή χαμογέλασε με αυτά τα λόγια, πλατιά, με ανακούφιση.» (σελ. 45-46)

Μνήμη, ανάμνηση, τραύμα. Τι νόημα δίνετε στις λέξεις αυτές;

Η μνήμη, ρητή ή άρρητη, είναι σωματική είτε το αντιλαμβανόμαστε είτε όχι.  Ο νους δεν είναι κάτι άυλο αλλά είναι ενσώματος, υπάρχει και βιώνουμε το ότι υπάρχει επειδή ακριβώς έχουμε σώμα. Το τραύμα μπορεί να είναι όπως και η  μνήμη, ρητό ή άρρητο, επίσης χαραγμένο στο νευρικό σύστημα, στο σώμα μας. Είναι η ενέργεια που έμεινε εγκλωβισμένη στο σώμα επειδή δεν καταφέραμε να αντιδράσουμε όταν συνέβη (π.χ. να τρέξουμε, να φύγουμε) και έτσι παγώσαμε ή καταρρεύσαμε. Η ανάμνηση για μένα είναι η στιγμή της σύνδεσης, της επαναφοράς μιας άρρητης μνήμης (ή τραύματος) στο εδώ και τώρα, της οποίας την ενέργεια τη βιώνουμε σαν να συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Μιας και μιλάμε για τραύμα, μνήμη και ανάμνηση, έννοιες που απασχολούν από πάντα την Ψυχοθεραπεία, για μένα η θεραπεία οφείλει να περιλαμβάνει το σώμα και τις διεργασίες της εν γένει σοφίας του και να ενισχύει τις πηγές δύναμης που διαθέτει ήδη ως οργανισμός και όχι να ξαναβυθίζει το άτομο στην παλιά οδύνη και τραύμα. Η θεραπευτική σχέση οφείλει να εμπεριέχει το σώμα ως μέσον και πεδίο σύνδεσης, εσωτερικά και εξωτερικά, και να λειτουργεί ως ικανότητα επαναφοράς στο εδώ και τώρα. Για μένα, οι έννοιες νους και ψυχή δεν μπορούν να υπάρχουν αποκομμένες από τη φυσική εκδήλωση αυτών μέσα από το σώμα.  

Τι θα θέλατε να αποκομίσει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο σας;

Την πεποίθηση ότι μπορεί, έχει δικαίωμα και αξίζει να πλησιάσει το δικό του εσωτερικό ανυπεράσπιστο παιδί του, και να επανασυνδεθεί με το πιο βαθύ και σημαντικό του κομμάτι. Την επιθυμία για συμφιλίωση με το τραύμα  και επούλωση.

Η πνευματική διάσταση των πραγμάτων φαίνεται να είναι σημαντική για εσάς, κάνω αυτή την παρατήρηση λόγω της προσέγγισης και διάστασης που δίνετε στο βιβλίο σας. Θα ήθελα να μας μιλήσετε λίγο για τον όρο πνευματικότητα (spirituality). Τι σημαίνει για εσάς και πως μπορεί να βοηθήσει στην επούλωση των εσώτερων τραυμάτων;

Για μένα, στα είκοσι χρόνια εργασίας έχει πια γίνει πολύ ξεκάθαρο ότι, όταν αγνοείται η πνευματική διάστασή μας στην ψυχοθεραπεία, η επούλωση είναι περιορισμένη και φτάνει μόνο στα επίπεδα της αυτογνωσίας, δηλαδή του «γνωρίζω ποια είμαι και γιατί» χωρίς όμως το άτομο να πραγματώνεται, να εκδηλώνει τελικά το πλήρες της ύπαρξής του και χωρίς μια αίσθηση νοήματος για όσα είναι και όσα του έχουν συμβεί. Για μένα είναι 4 οι πτυχές του ανθρώπου (σωματική, συναισθηματική, νοητική και πνευματική) και ταυτόχρονα ένα ενιαίο όλον. Οι κατηγορίες φυσικά είναι μόνο για να τακτοποιούμε τα πράγματα με το «μικρό» αναλυτικό νου μας. Η εμπειρία μου είναι ότι όσοι θεραπευόμενοι έχουν μια βάση πνευματική στη ζωή τους, είτε αυτό είναι ένα σύμβολο μιας θρησκείας (π.χ. Ιησούς) είτε μία βαθιά πεποίθηση καλοσύνης και ανθρωπιάς μαθημένη από τους προγόνους του (π.χ. να αγαπάμε όλα τα πλάσματα) φαίνεται να προχωράνε πολύ περισσότερο και στη θεραπεία τους αλλά και στη ζωή τους. Για μένα η πνευματικότητα είναι η αναγνώριση της σημαντικότητας της Αγάπης για την ύπαρξής μας, και για την εξέλιξη και το ανώτερο καλό όλων των πλασμάτων με τα οποία συ-ζούμε.

Τελικά, αυτό το «ανυπεράσπιστο παιδί» κρύβει τεράστια δύναμη. Η ηρωίδα του βιβλίου υπήρξε ένα τέτοιο παιδί. Για όλα αυτά τα παιδιά εκεί έξω ποιό ζώο θα καλούσε η μικρή Άρτεμις;

Θα απαντήσω εξηγώντας μια πολύ σημαντική πτυχή της ιστορίας αυτού του βιβλίου για μένα. Ολοκληρώνοντας τη γραφή αυτού του βιβλίου αποφάσισα να σταματήσω να τρώω κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα. Αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερο τον ανυπεράσπιστο εαυτό μου, και βρίσκοντας πάλι τη δύναμή μου μέσα από τη γραφή, αποφάσισα να αντιμετωπίσω τη σκληρή αλήθεια της κακοποίησης που ασκεί το ανθρώπινο είδος γενικά και στο ίδιο το είδος του αλλά κυρίως στα υπόλοιπα είδη. Παρακολούθησα λοιπόν κάποια από τα βίντεο από εκτροφεία και σφαγεία ζώων, τα οποία απέφευγα να δω όλη μου τη ζωή. Αυτό ήταν! Για μένα το κρέας έγινε πια σάρκα νεκρών ζώων και η σφαγή για κατανάλωση, δολοφονία. Έτσι όπως είναι σήμερα η βιομηχανοποιημένη αναπαραγωγή, εκτροφή, εκμετάλλευση και τελικά σφαγή των μερικών, συγκεκριμένων ζώων για ένα δικό μας «ανθρώπινο» γεύμα, είναι απλά μια φριχτή κακοποίηση και μια δολοφονία με εκλογικευμένη επικάλυψη, μπροστά στην οποία κωφεύουμε και κλείνουμε τα μάτια. Πώς να ασχοληθούμε με τον τραυματισμένο μας παιδικό εαυτό όταν κάνουμε τα στραβά μάτια σε όλο αυτό, για ένα γεύμα; Έχοντας αναπτύξει στη Δυτική κοινωνία μια τέτοια δεδομένη πεποίθηση ότι αυτά τα, επιλεγμένα από εμάς, ζώα δεν έχουν συναισθήματα, είναι μόνο αντικείμενα και ιδιοκτησία μας (αυτό λέει ο Νόμος άλλωστε), από μόνο του αποτελεί ένα συλλογικό τραύμα γιατί απαρνιόμαστε το δικό μας τραύμα και τη ζωική μας Φύση. Ο εγκέφαλός μας είναι πολύ όμοιος με αυτόν του προβάτου, της αγελάδας ή του χοίρου όσον αφορά στην ικανότητα για συναισθήματα -μοιραζόμαστε όλοι 7 συγκεκριμένα κοινά συναισθήματα- και ανάμεσα σε αυτά τον φόβο του αποχωρισμού και του θανάτου. Σήμερα λοιπόν, έχοντας αυτή τη διαστρεβλωμένη, αλλοιωμένη και απολεσθείσα σχέση με όλα τα ζώα, με την οποία τα Ζώα Δύναμης που αναφέρονται στην ιστορία του βιβλίου είναι είτε ένα διακοσμητικό πουλί (το παγώνι), είτε ένα εν δυνάμει κομμάτι δέρματος που θα φτιάξει μία ακριβή τσάντα (ο κροκόδειλος), είτε μια ωραία τηγανιά μετά από ένα θριαμβευτικό κυνήγι (ο αγριόχοιρος). Είναι ίσως αδύνατον να φανταστούμε πως οποιοδήποτε ζώο είναι πιο δυνατό σε κάτι από εμάς ή ότι μπορεί και έχει μια βαθύτερη και αναλλοίωτη σχέση με τη Ζωή και την Ύπαρξη, την οποία εμείς με τον καταπληκτικό νεοφλοιό μας (-το πιο εξελιγμένο μέρος του ανθρώπινου εγκεφάλου-) έχουμε παραμελήσει πια, αν όχι χάσει. Δεν ξέρω αν ένα ζώο θα ήταν αρκετό για να βοηθήσει όλα τα ανυπεράσπιστα παιδιά του κόσμου! Θα έλεγα ότι χρειάζεται να βρούμε το ανθρώπινο ζώο μέσα μας, αυτό που βρίσκεται ανυπεράσπιστο ακριβώς επειδή εάν δεν προσκολληθεί θα πεθάνει. Ακριβώς όπως το μοσχαράκι που το απομακρύνουν από τη μητέρα του για να έχουμε εμείς γάλα στον καφέ μας.  Όταν συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε από τη στιγμή της σύλληψης μας ευάλωτα ζώα οι ίδιοι, δεν θα χρειάζεται να καταφεύγουμε σε εσωτερικά Ζώα Δύναμης για να συνδεθούμε με τη Φύση μας.

 

 Λίγα λόγια για την Αναστασία Νικολίτσα

Η Αναστασία Νικολίτσα είναι Χοροθεραπεύτρια και Σωματοκεντρική Ψυχοθεραπεύτρια. Εκπαιδεύτηκε από πολύ μικρή στην τέχνη του χορού και συνέχισε σε επαγγελματικό επίπεδο τις σπουδές της στην Ανώτερη Επαγγελματική Σχολή Χορού της Άννας Πέτροβα. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Xoροθεραπεία (Μ.Α. in Dance Movement Psycho- therapy) στο Laban Centre/City University του Λονδίνου, και κατόπιν εκπαιδεύτηκε στην Eφαρμοσμένη Κινησιολογία (Touch for Health), επίσης στο Λονδίνο. Το 1998-2002 εργάστηκε σε ιδρύματα, σχολεία και ψυχιατρικά νοσοκομεία του Λονδίνου, με άτομα από 4-100 ετών και από το 2003 ιδιωτικά στην Αθήνα με ενήλικες με ψυχοσωματικά συμπτώματα, νευρώσεις, διαταραχές και αναπτυξιακό ή άλλο τραύμα. Έχει διδάξει στο Laban Centre και στο Metropolitan University του Λονδίνου. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια πάνω στη Νευροφυτοθεραπεία και στην Ανάλυση Χαρακτήρα στο Κέντρο Ψυχοθεραπείας & Συμβουλευτικής “Βίλχελμ Ράιχ”, στην Αθήνα και έχει εκπαιδευτεί στη Σωματική Τραυματοθεραπεία με την Jane Simington. Από το 2004 διεξάγει βιωματικά σεμινάρια και θεραπευτικές ομάδες κυρίως στην Αθήνα αλλά και σε άλλες πόλεις της χώρας. Είναι υπεύθυνη του τμήματος Χοροθεραπείας στο Ελληνοβρετανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα στην Αθήνα, όπου διδάσκει στα πλαίσια του τομέα Τέχνες και Ψυχοθεραπεία. Το δεύτερο βιβλίο της με τίτλο “Χοροθεραπεία: ιστορία, θεωρία, μεθοδολογία, εργαλεία” είναι υπό έκδοση μέσα στο 2018, από τις εκδόσεις Αγγελάκη. Έχει εργαστεί εθελοντικά στο Κέντρο Ζωής, διεξάγοντας τακτικές ομάδες αυτοβοήθειας με οροθετικούς για 2 χρόνια, καθώς επίσης δημιούργησε και οδήγησε μια ανοιχτή ομάδα Χοροθεραπείας σε ξενώνα υποδοχής ασυνόδευτων εφήβων από τη Συρία και το Αφγανιστάν, για λίγους μήνες τον χειμώνα του 2015, κατά τη διάρκεια του μεγάλου περάσματος των προσφύγων πολέμου από την Ελλάδα. Αγαπά ιδιαίτερα και νοιάζεται για τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τα ζώα, αγαπά τη θάλασσα και θεωρεί τη φιλία το ύψιστο αγαθό και δώρο του ανθρώπου.